Προσφερόμενες Υπηρεσίες

Οι ατομικές συνεδρίες στηρίζονται στην αυθεντικότητα, την ειλικρίνεια, τον αυθορμητισμό αλλά και στην συνεργατική σχέση ψυχολόγου και πελάτη. Σε ένα σταθερό πλαίσιο ψυχολογικής στήριξης, εμπιστοσύνης και απόλυτης εχεμύθειας μας δίνεται η ευκαιρία να διερευνήσουμε και να αποσαφηνίσουμε σκέψεις, συναισθήματα και εμπειρίες.

Είτε πρόκειται για κάποια ψυχική διαταραχή (όπως αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη, διαταραχές προσωπικότητας, διαταραχές λήψης τροφής κ.ά.) είτε για θέματα όπως χαμηλή αυτοεκτίμηση ή η ανάγκη όλων μας για αυτογνωσία, η ατομική ψυχοθεραπεία μπορεί να μας βοηθήσει. Μέσω της επεξεργασίας δύσκολων συναισθημάτων και σκέψεων, αλλά και μέσω της διερεύνησης εναλλακτικών τρόπων συμπεριφοράς, ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας και μαθαίνουμε να προχωράμε στηριζόμενοι στις δυνάμεις μας.

Το Διεπιστημονικό Κέντρο Παιδιού και Εφήβου Λόγος και Πράξη (http://www.logoskaipraksi.gr), στελεχώνεται από ειδικούς θεραπευτές και παιδαγωγούς με εμπειρία σε ατομικές αλλά και σε ομαδικές συνεδρίες παιδιών με αναπτυξιακές και συναισθηματικές διαταραχές, μαθησιακές δυσκολίες αλλά και διαταραχές επικοινωνίας. Ο ψυχολόγος συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψιν το αναπτυξιακό στάδιο αλλά και το γνωστικό και συναισθηματικό επίπεδο του παιδιού, παρεμβαίνει με σκοπό την απόκτηση νέων, πιο εποικοδομητικών, προσαρμοστικών και λειτουργικών συμπεριφορών.

Καθώς στις μικρότερες ηλικίες το παιδί κοινοποιεί τις σκέψεις και τα συναισθήματά του χρησιμοποιώντας πολύ λιγότερους λεκτικούς συνειρμούς, οι δραστηριότητες που προτείνονται θα πρέπει να είναι ενδιαφέρουσες, ρεαλιστικές και να μεταδίδουν το μήνυμα ότι με αυτές το παιδί μπορεί να βοηθηθεί και να αισθανθεί καλύτερα. Ο ψυχολόγος χρησιμοποιεί μεθόδους αξιολόγησης και τροποποίησης της συμπεριφοράς, αλλά και τη συζήτηση, το παιχνίδι, τη ζωγραφική, την αφήγηση διδακτικών ιστοριών και άλλες τεχνικές, λαμβάνοντας πάντα υπόψιν τη μοναδικότητα και τις ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού.

Ο χώρος πρέπει να είναι ειδικά διαμορφωμένος ώστε να είναι ζεστός και φιλικός, ενώ ο ψυχολόγος οφείλει να αποπνέει εμπιστοσύνη και να αξιοποιεί τις δυνάμεις του παιδιού προκειμένου να καλλιεργήσει την αυτοεκτίμησή του, να ενθαρρύνει την συναισθηματική του ωρίμανση αλλά και την συμπεριφορική αλλαγή. Πριν την έναρξη της ψυχοθεραπείας, πρέπει να προηγείται μια συνάντηση μόνο με τον κηδεμόνα ούτως ώστε να συζητηθούν τα ζητήματα που απασχολούν το παιδί (π.χ. ανασφάλεια, υπερεξάρτηση, φόβοι, άγχος, απώλεια, προβλήματα ύπνου, δυσκολίες μάθησης, ΔΕΠ-Υ, δυσκολίες κοινωνικής/σχολικής προσαρμογής, κτλ) αλλά και ο κατάλληλος τρόπος ενημέρωσης και εμπλοκής του στην διαδικασία.

 
 

Ο ψυχολόγος οφείλει να αντιμετωπίσει τον έφηβο όπως και ένα ενήλικο άτομο: να σεβαστεί τις απόψεις του, να τον στηρίξει και να καλλιεργήσει ένα κλίμα αποδοχής, κατανόησης και εχεμύθειας προκειμένου να εξερευνήσουν μαζί δύσκολα συναισθήματα, σκέψεις και καταστάσεις. Ο ψυχολόγος δεν μετατρέπεται σε γονεϊκή φιγούρα και κρατά μια ουδέτερη και σταθερή στάση: δεν κατηγορεί, δεν τιμωρεί και παραμένει συναισθηματικά διαθέσιμος.

Χτίζεται έτσι η απαραίτητη εμπιστοσύνη και ενθαρρύνεται η αυτοαποκάλυψη, αναφορικά με εξωγενείς δυσκολίες (προβλήματα στο σπίτι ή στο σχολείο, διαζύγιο γονέων, επαγγελματικός προσανατολισμός, κοινωνικές πιέσεις, αυτονόμηση κλπ) ή ενδογενή ζητήματα (υπερβολικό θυμό, ενοχές, άγχος, κατάθλιψη, διατροφικές διαταραχές, αναζήτηση ταυτότητας, εξάρτηση από video games, η σεξουαλικότητά του κλπ). Δημιουργείται δηλαδή ένα ασφαλές πλαίσιο όπου ο έφηβος μπορεί να εκτονωθεί συναισθηματικά, να επεξεργαστεί τα θέματα που τον απασχολούν και να τα βάλει σε μία τάξη.

Πολύ συχνά, εξαιτίας των αναπτυξιακών απαιτήσεων και των κοινωνικών πιέσεων αυτής της ηλικίας, κάποιοι έφηβοι αναγκάζονται από τους κηδεμόνες τους να επισκεφθούν έναν ψυχολόγο. Σε αυτές τις περιπτώσεις καλό είναι να προηγείται μια συνάντηση μόνο με τον κηδεμόνα, προκειμένου να αποφασισθεί ο κατάλληλος τρόπος ενημέρωσης και εμπλοκής του εφήβου. Και αυτό γιατί η θεραπευτική διαδικασία μπορεί να είναι αποδοτική μόνο αν υπάρχει πρόθεση και συγκατάθεση για συνεργασία.

Στόχος της συμβουλευτικής γονέων είναι η υποστήριξη τους στον δύσκολο ρόλο τους και ειδικά όταν νιώθουν αβοήθητοι όσον αφορά την ανατροφή των παιδιών τους. Οι γονείς έχουν το χώρο και το χρόνο να συζητήσουν τους προβληματισμούς τους και να αναζητήσουν καινούριες παιδαγωγικές μεθόδους και πιο λειτουργικές λύσεις. Με την στήριξη του ψυχολόγου, οι γονείς μαθαίνουν να βάζουν όρια αλλά και να διαχειρίζονται τις δυσκολίες που εμφανίζονται σε κάθε αναπτυξιακό στάδιο των παιδιών.

Με αυτό τον τρόπο προάγουν την αυτοεκτίμησή, την αυτονομία αλλά και την συναισθηματική ωρίμανση των παιδιών τους, μαθαίνοντας συγχρόνως να απολαμβάνουν και οι ίδιοι τον γονεϊκό τους ρόλο. Θέτοντας ως κύριο στόχο την ευημερία των παιδιών, οι γονείς μπορούν να επεξεργαστούν θέματα όπως το διαζύγιο, η απώλεια, κάποια παθολογία, δυσκολίες σχολικής/κοινωνικής προσαρμογής, μαθησιακές δυσκολίες κ.ά.

Η οικογενειακή θεραπεία βασίζεται στην θεωρία ότι η οικογένεια αποτελεί ένα σύστημα που προσπαθεί να διατηρηθεί, ανεξάρτητα από το πόσο δυσλειτουργικό είναι. Έτσι, κατά κάποιο τρόπο «ασθενής» καθίσταται η οικογένεια και όχι ένα μεμονωμένο μέλος της.

Στόχος της οικογενειακής θεραπείας είναι το σύστημα των σχέσεων που έχει επικρατήσει στο σπίτι, και κατ’ επέκταση: η αλλαγή των δυσπροσαρμοστικών κανονισμών που διέπουν τη λειτουργία μιας οικογένειας, η συνειδητοποίηση των δυναμικών αλλά και των διαφορών ανάμεσα στις γενεές, η εξισορρόπηση της αυτονόμησης και της συνεκτικότητας, η θετική αναδιατύπωση όλων των αρνητικά εκφραζόμενων συναισθημάτων και συμπεριφορών, η αναζήτηση λειτουργικών λύσεων, η βελτίωση της επικοινωνίας και η μείωση των συμπεριφορών ενοχοποίησης κάποιων μελών ή η αντιμετώπισή τους ως αποδιοπομπαίους τράγους.

Αποτελεί πρόκληση να αντιληφθούμε τον δικό μας ρόλο και τη θέση μας σε αυτό το σύστημα, αλλά μόνο με την κατανόηση οδηγούμαστε στην υιοθέτηση εναλλακτικών στάσεων και συμπεριφορών, στην αναπλαισίωση των σχέσεών μας και σε ένα πιο λειτουργικό οικογενειακό περιβάλλον.