Τρόποι Θεραπείας

Ο κος Αργύρης έχει εκπαιδευτεί στα εξής αναγνωρισμένα για την αποτελεσματικότητά τους θεραπευτικά μοντέλα, τα οποία και έχει εξασκήσει κλινικά:

Η Γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (Cognitive Behavioral Therapy) είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας στην οποία ψυχολόγος και πελάτης συνεργάζονται ως ομάδα για τον εντοπισμό και την επίλυση προβλημάτων στη σκέψη και στη συμπεριφορά μας. Η ΓΣΘ βοηθά το άτομο να αναγνωρίσει τα καλούπια των αρνητικών σκέψεων και συμπεριφορών του και να τα αντικαταστήσει με άλλα πιο θετικά. Η συγκεκριμένη θεραπεία αποτελεί τον συνδυασμό γνωστικών και συμπεριφορικών τεχνικών.

Από τη μία οι γνωστικές τεχνικές έχουν ως στόχο την τροποποίηση και αμφισβήτηση των δυσλειτουργικών μας πεποιθήσεων, ενώ οι συμπεριφορικές τη διακοπή της συμπεριφοράς μας που συντηρεί τον φαύλο κύκλο. Παραδείγματα τέτοιων τεχνικών είναι η τροποποίηση/ αμφισβήτηση των δυσλειτουργικών πεποιθήσεων-σκέψεων-εικόνων, οι τεχνικές χαλάρωσης και διαχείρισης του άγχους, η απευαισθητοποίηση από φοβίες, η αντιμετώπιση έμμονων ιδεών κ.ά.

Η προσωποκεντρική κατεύθυνση τονίζει τρία χαρακτηριστικά του ψυχισμού μας: την πολυπλοκότητά του κάθε ανθρώπου, τη μοναδικότητά μας και την ικανότητα μας για ανάπτυξη και ευτυχία. Το άτομο είναι το επίκεντρο της διαδικασίας, το οποίο είναι ικανό να ερμηνεύσει τι του συμβαίνει. Ο ψυχολόγος προσπαθεί να εξασφαλίσει ένα περιβάλλον πλήρους αποδοχής, κατανόησης και ειλικρινούς συμπαράστασης. Το άτομο είναι ελεύθερο να βιώσει τις εμπειρίες του χωρίς να φοβάται μην χάσει την εκτίμηση του ψυχολόγου.

Στόχος είναι:
α) η εγκατάλειψη των προσωπίων με τα οποία θεωρούμε ότι γινόμαστε αρεστοί στους άλλους και
β) η ελεύθερη βίωση των συναισθημάτων που συνοδεύεται με μια ταυτόχρονη δόμηση νέων πτυχών του εαυτού μας. Τα βασικά θεραπευτικά στοιχεία αυτής της προσέγγισης είναι: το υποστηρικτικό κλίμα της ψυχοθεραπείας, η συνειδητοποίηση των διάφορων πλευρών του χαρακτήρα μας, η εύρεση νοήματος μέσω της εξερεύνησης του παρελθόντος μας αλλά και μέσω της εξερεύνησης υπαρξιακών ζητημάτων που αφορούν όλους μας (όπως ο θάνατος ή η ελευθερία), η αποδοχή του εαυτού μας, και εντέλει η εσωτερική αλλαγή.

Όσον αφορά τα παιδιά, από το διαγνωστικό έλεγχο μέχρι την ολοκλήρωση του θεραπευτικού προγράμματος, η Διεπιστημονική ομάδα του κέντρου Λόγος και Πράξη, συνεργάζεται με την οικογένεια αλλά και άλλους φορείς για το καλύτερο αποτέλεσμα. Συγκεκριμένα, η ψυχοθεραπεία των παιδιών απαιτεί κατάλληλη εκπαίδευση πάνω σε διάφορες τεχνικές, όπως μέθοδοι αξιολόγησης αλλά και μέθοδοι τροποποίησης της συμπεριφοράς. Η αξιολόγηση γίνεται στον χώρο μας μέσω της χρήσης ψυχομετρικών εργαλείων όπως το Wisc-III, που θεωρείται η πλέον αξιόπιστη και έγκυρη ψυχομετρική κλίμακα για την εκτίμηση των γνωστικών λειτουργιών του παιδιού, αλλά και με τη χρήση του Αθηνά test, ένα πολυθεματικό, ατομικό test με κύρια εφαρμογή στη διάγνωση μαθησιακών δυσκολιών.

Και οι δύο αυτές κλίμακες συνεισφέρουν αποτελεσματικά στη διάγνωση νοητικής καθυστέρησης, δυσλεξίας, μαθησιακών δυσκολιών, προβλημάτων αναπτυξιακού τύπου ή προβλημάτων προσαρμογής στο σχολείο, και βοηθούν εν γένει στην εκτίμηση των δυνατοτήτων ή των αδυναμιών των παιδιών ώστε να υπάρξει η κατάλληλη ενισχυτική παρέμβαση. Η παρέμβαση αυτή έπεται της αξιολογήσεως και γίνεται ποικιλοτρόπως, ανάλογα με το αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού και το θέμα/δυσκολία που αντιμετωπίζει. Ένας τρόπος παρέμβασης για παράδειγμα, είναι οι μέθοδοι τροποποίησης της συμπεριφοράς, οι οποίες βασίζονται στην επιβράβευση και την αλλαγή των περιβαλλοντικών συνθηκών προκειμένου να υπάρξει η συμπεριφορική αλλαγή.

Πέραν όμως των δομημένων αυτών μεθόδων υπάρχουν και άλλες λιγότερο κατευθυντικές τεχνικές. Η παιγνιοθεραπεία για παράδειγμα, είναι μια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση που απευθύνεται κυρίως σε παιδιά ηλικίας έως 12 ετών και στηρίζεται στη φυσική τους ανάγκη για παιχνίδι. Το θεραπευτικό αυτό μοντέλο τα βοηθά να κατανοήσουν μπερδεμένα συναισθήματα ή σκέψεις αλλά και δυσάρεστα γεγονότα, τα οποία δεν είχαν τη δυνατότητα να επεξεργαστούν ή να επιλύσουν. Το παιδί κοινοποιεί τον εσωτερικό του κόσμο χρησιμοποιώντας πολύ λιγότερους λεκτικούς συνειρμούς, ενώ εκφράζεται πιο αυθόρμητα με το παιχνίδι. Η παιγνιοθεραπεία παρέχει αυτή ακριβώς τη δυνατότητα: να εκφράσει συμβολικά τις ανησυχίες, τις επιθυμίες, τους φόβους αλλά και τα συναισθήματά του.

Το παιχνίδι θεωρείται μια φυσική και αβίαστη διαδικασία μάθησης και έκφρασης, αποτελεί τον αμεσότερο τρόπο απελευθέρωσης από εσωτερικές εντάσεις, ενώ παράλληλα διευκολύνει την επικοινωνία των ενηλίκων με τον ψυχισμό του παιδιού. Η ζωγραφική και η αφήγηση διδακτικών ιστοριών αξιοποιούνται επίσης στην ψυχοθεραπεία των παιδιών. Εξίσου χρήσιμες τεχνικές είναι το παιχνίδι ρόλων και η καθοδηγούμενη φαντασία, όπου στο ασφαλές πλαίσιο της συνεδρίας το παιδί δοκιμάζει κοινωνικά σενάρια που το δυσκολεύουν, για να αποφορτιστεί και για να πειραματιστεί με νέες, πιο λειτουργικές συμπεριφορές.